Κυριακή 5 Ιανουαρίου 2014

ΑΠΟ ΤΗΝ ΒΑΠΤΙΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΣΤΟΝ ΑΝΑΚΑΙΝΙΣΜΟ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

Αγαπητοί μου αδελφοί και φίλοι.
Χαίρεται.
Είναι γνωστό σε όλους ότι στα πρώτα Χριστιανικά χρόνια, η έρτη των Χριστουγέννων και των Θεοφανείων ήταν κοινή, δηλαδή εορταζόταν την ίδια ημέρα στις 6 Ιανουαρίου, σε αντικατάστασης μια ειδωλολατρικής εορτής της γεννήσεως του ηλίου, χωρίστηκε κατά τον 4ο αιώνα σε δύο: στη γέννηση του Χριστού, που μετατέθηκε στις 25 Δεκεμβρίου και στη Βάπτιση του Χριστού, που έμεινε στην παλιά ημερομηνία. Ο όρος, βέβαια, Θεοφάνεια εκφράζει την κοινή γιορτή, τη σάρκωση, επιφάνεια και φανέρωση του Χριστού, που είναι το αληθινό φως και ο νοητός ήλιος της δικαιοσύνης.
Πριν λίγες μέρες ζήσαμε το γεγονός της Γεννήσεως του Χριστού, αλλά και της δικής μας εν Χριστώ αναγεννήσεως. Την ημέρα των Θεοφανείων θυμούμαστε λειτουργικά τη Βάπτιση του Χριστού, ο οποίος αγιάζει τα ύδατα για να μας καθαρίσει και να μας ανακαινήσει στο όνομα και με τη δύναμη του δικού του Βαπτίσματος: «Εν τω Ιορδάνη βαπτισθήναι κατεδέξω, ίνα την των υδάτων φύσιν αγιάσας ο αναμάρτητος οδοποιήσης ημίν την δι’ ύδατος και πνεύματος αναγέννησιν, και προς την πρώτην ημάς αποκαταστήσης ελευθερίαν» (Ευχή Μεγ. Αγιασμού).
Η  Εκκλησία αγιάζει με ειδική μεγαλοπρεπή ακολουθία τη φύση των υδάτων ακριβώς για να τονίσει τον εν Χριστώ ανακαινισμό της κτίσης και φωτισμό του κόσμου και ταυτόχρονα να δηλώσει το δικό της ενδιαφέρον και την αγάπη της για την φύση και ολόκληρη την πλάση, στην οποία ζούμε και που πολύ έχουμε ανάγκη, τόσο για τη σωματική μας επιβίωση, όσο και για την ψυχική μας ισορροπία. «Αύτη γαρ εστιν η ημέρα, καθ’ ην εβαπτίσατο (ο Χριστός) και την των υδάτων ηγίασε φύσιν» (αγ. Ι. Χρυσόστομος). Η φύση δηλαδή των υδάτων αγιάσθηκε, γιατί βαπτίσθηκε ο Χριστός.
Αγιάζοντας η Εκκλησία τα ύδατα και φωτίζοντας την κτίση καταδικάζει απερίφραστα και αποκηρύσσει μετά βδελυγμίας, κάθε βεβήλωση της φύσης και κάθε προσπάθεια υποταγής του κόσμου στις δικές μας ατομικές ανάγκες και επιθυμίες. Συμβάλλει με τον πιο ιδανικό τρόπο στην αποκατάσταση της προσωπικής μας σχέσης, της αγάπης και του σεβασμού προς το περιβάλλον, την κτίση του Θεού, η οποία σήμερα τόσο άδικα και βάναυσα μολύνεται, αλλοιώνεται, καταστρέφεται. Η μέσα στο Χριστό και στο όνομα του Χριστού, μεταμορφωμένη δημιουργία και η σημασία της ακεραιότητας της, αλλά και η σχέση της προς την πνευματικότητα και τον τρόπο ζωής του ανθρώπου, είναι αλήθειες που ιδιαίτερα σήμερα, την Αγία ημέρα του φωτισμού του κόσμου, είναι επίκαιρες βάζοντας, τον κάθε ένα από μας, στον πειρασμό να τις συζητήσει περισσότερο, και να μην ξεχνά την ιδιαιτερότητα της κτίσης και την αξία της για τη ζωή μας.
Η συζήτηση και η προσεχτική μελέτη πάνω στο θέμα, επιβάλλει να δούμε εν συντομία μερικά βασικά πράγματα, όπως αυτά πηγάζουν από το λόγο και την πράξη της Εκκλησίας. Πρώτον, τη σχέση Θεού και δημιουργίας. Δεύτερον, το δοξολογικό χαρακτήρα και την ευχαριστιακή διάσταση του κόσμου και Τρίτον  τον εσχατολογικό προορισμό της κτίσης.
Θεός και κόσμος δε συγκρούονται, αλλά ούτε και ταυτίζονται. «Η κτίση δεν ταυτίζεται με τον Κτίσαντα, ούτε δημιουργήθηκε τυχαία, αλλά είναι μυστήριο, που προσφέρεται στον άνθρωπο σαν μια μοναδική αφετηρία για να πορευθεί, να ολοκληρωθεί βρίσκοντας το δημιουργό του (Νικ. Ματσούκα, Κόσμος, άνθρωπος, κοινωνία κατά τον Μάξιμο Ομολογητή, σελ. 46). Το σύμπαν και η ζωή είναι στα χέρια του θεού. Αυτός είναι ο πατέρας και δημιουργός του. «Ση εστίν η ημέρα, και ση εστίν η νυξ. Συ κατηρτίσω φαύσιν (φως) και ήλιον. Συ εποίησας πάντα τα ωραία της γης θέρος και έαρ, συ έπλασας αυτά» (Ψαλμ. 73, 16-17).
Θεός και κόσμος βρίσκεται σε μία ένωση, γιατί η κτίση είναι εικόνα του Θεού. Αντανακλώντας στην ύπαρξη και τη ζωή της, τη ζωή και την ενέργεια του Θεού (Μέγας Φαράντος, Η ηθική του φυσικού κόσμου, σελ. 35). Γι’ αυτό και η κτίση μας οδηγεί στο Θεό. Στις ενέργειές του κι όχι φυσικά στην ουσία του. Στην αγάπη του, στη δύναμή του, στη σοφία του, στη δόξα του. Συμβαίνει αυτό που λέει ο απόστολος Παύλος. «Τα αόρατα του Θεού», δηλαδή η δύναμη και η θεότητά του, γίνονται ορατά μέσω της κτίσης (Ρωμ. 1, 20).
Γι’ αυτό, ο άνθρωπος που ασεβεί στη σοφία και στην αγάπη του Θεού, δεν έχει ούτε δικαιολογία αλλά ούτε και απολογία. Η ίδια η φύση τον κατακρίνει · «κατήγορος η κτίσις γίνεται των ασεβών», κατά τον άγιο Μάξιμο. «Διά μεν των εν εαυτή λόγων τον εαυτής κηρύττουσα ποιητήν · διά δε των εν αυτή κατ’ είδος έκαστον φυσικών νόμων προς αρετήν παιδαγωγούσα τον άνθρωπον». Η κτίση κηρύττει τον ποιητή. Οι νόμοι της παιδαγωγούν τον άνθρωπο οδηγώντας τον στην αρετή.
Μιλά η δημιουργία με τη δική της γλώσσα για το μεγαλείο και τη δόξα του Δημιουργού. «Πάσα πνοή και πάσα κτίσις υμνεί την ακατάληπτόν σου δόξαν» (Ευχή του Όρθρου). Έχει τονισθεί πως η ομορφιά του ανθρώπου και της κτίσης, η συμπάθεια και η σύμπνοια των δημιουργημάτων του Θεού, είναι η μουσική της δοξολογικής γιορτής του σύμπαντος κόσμου ορατού αλλά και του αοράτου.
Η ορατή και αόρατη δημιουργία βρίσκονται σ’ ένα διαρκές πανηγύρι. «Σέ υμνεί τα αόρατα, σέ προσκυνεί τα φαινόμενα, πάντα ποιούντα τον λόγον σου, Δέσποτα» (Λειτουργία αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου). «Οι ουρανοί διηγούνται δόξαν Θεού, ποίησιν δε χειρών αυτού αναγγέλει το στερέωμα» (Ψαλμ. 18, 2). «Σέ υμνεί ήλιος, σέ δοξάζει σελήνη, σοί εντυγχάνει τα άστρα, σοί υπακούει το φως, σέ φρίττουσιν άβυσσοι, σοί δουλεύουσιν αι πηγαί… πάσα η κτίσις ύμνησέ σε επιφανέντα», ακούμε στο μεγάλο αγιασμό.
Η κτίση δε δοξάζει μόνο το Θεό και το μεγαλείο Του, αλλά και τον ευχαριστεί ταυτόχρονα. Συμμετέχει η ίδια και διακονεί στο μεγάλο γεγονός της ευχαριστιακής θυσίας. Με υλικά στοιχεία, τον άρτο και τον οίνο που είναι αντιπροσωπευτικά της υλικής δημιουργίας και γίνονται το σώμα και το αίμα του Χριστού, από τα οποία τρέφεται και ζει ο άνθρωπος αιώνια. Η ευχαριστιακή αυτή διακονία εκπληρώνει το νόημα και το σκοπό του υλικού κόσμου. Ο άνθρωπος παρέλαβε από το Θεό τον κόσμο «καλόν λίαν» (Γεν. 1, 31) ως ευλογία και δωρό και τον επιστρέφει πάλι στο Θεό ως δώρο ευχαριστίας (Τα Σα εκ Των Σων) λέμε σε κάθε Θεία Λειτουργία.
Όσο αφορά, το σκοπό και τον εσχατολογικό προορισμό της δημιουργίας μπορούμε να τονίσουμε και να επισημάνουμε, πως δεν είναι άλλος από τον ανακαινισμό της δημιουργίας μέσα στο Χριστό και κατά τον Χριστό, εις «βέλτιον σχήμα», στο αρχαίο κάλλος της και στην «αρχήθεν ημερότητα» (Θεόφιλος Αντιοχείας). Δέσμια κι αυτή της φθοράς και της ματαιότητας τώρα «συστενάζει και συνωδίνει» (Ρωμ. 8, 22), αλλά ελπίζει πως «η φθορά αυτή γενήσεται εις ανακαινισμόν» (Μέγας Αθανάσιος).
Σημασία πάντως έχει, για να συνοψίσουμε όσα είπαμε, πως η ύλη, ο κόσμος, η κτίση έχουν ανεπανάληπτη αξία. Είναι η εικόνα του Θεού, φανερώνουν κι αποκαλύπτουν τη δόξα του, παιδαγωγούν τον άνθρωπο, δοξολογούν κι ευχαριστούν το Θεό κι αναμένουν μαζί με τον άνθρωπο την ελευθερία από τη φθορά. Γι’ αυτό δε μας επιτρέπεται, αλλά και δε μας συμφέρει να καταστρέφουμε τον κόσμο και την ομορφιά, η οποία μας περιβάλλει.
Χρόνια πολλά καλά και ευλογημένα
 Γόρτυνα 05/01/14

Π Δημήτριος.